Wednesday 21 January 2009

Σε χρόνο Present Simple

Ήταν εικοσιτεσσάρων χρονών όταν την ερωτεύτηκε. Εικοσιτεσσάρων και τελειόφοιτος της ιατρικής. Κι εκείνη τον ίδιο. Εικοσιτεσσάρων, ερωτευμένη μαζί του και τελειόφοιτος της ιατρικής. Συνέβη ένα βράδυ θολό από φτηνό κρασί ταβέρνας. Μοιράστηκαν το τελευταίο μπιφτέκι. Φτωχαδάκια, φοιτηταριό του συρμού, στοίβες με μπιφτέκια ο ορισμός της ευτυχίας και μοίρασμα εφημερίδων πόρτα-πόρτα τις Κυριακές. Ωραία ήταν. Πνιγόσουν με το μπιφτέκι και μισή ώρα αργότερα ήσουν ερωτευμένος. Είχε και πολλά “θα” το τότε. Θα γινόταν καρδιολόγος, θα παντρευόταν τον έρωτα της ζωής του, θα έκανε παιδιά, θα αγόραζε ένα αυτοκίνητο να πηγαίνουν εκδρομές και ένα σπίτι στα προάστια. Το τελευταίο ήταν εξαιρετικής σημασίας. Τα παιδιά του δεν θα κλείνονταν σε ένα διαμέρισμα. Θα τα μάθαινε να ξεχωρίζουν τα δέντρα από το φύλλωμά τους, τα πουλιά από την ουρά ή τα χρώματά τους, ποδόσφαιρο σε χώμα και ποδήλατο χωρίς βοηθητικές με την πρώτη ευκαιρία. Θα τα μάθαινε και τα τραγούδια του '60 και του '70. Θα ήταν λίγο πασέ μέχρι να μεγαλώσουν αλλά θα παρέμεναν σημαντικά.

Μετά ήρθε η κόρη τους. Και μετά ο γάμος. Under control όλα. Λίγο ανάποδα, αλλά, όλα υπό έλεγχο. Μετά ήρθε ο γιος τους. Και μετά ο άλλος τους γιος. Το σπίτι ήταν με νοίκι. Αλλά ήταν στα προάστια. Και το αυτοκίνητο εντάξει. Under control όλα. Μετά περικοπές. Δηλαδή, απολύθηκε. Όλα τα μαθηματικά του κόσμου δεν ήταν άξια να επαληθεύσουν την εξίσωση. Μπαλέτο της μικρής + αγγλικά της μικρής + γαλλικά της μικρής + ποδόσφαιρο του μεγάλου + βρεφονηπιακός του μικρού + πάνες + ρούχα + παπούτσια + βιβλία + φαγητό + νοίκι > έσοδα. Γύρισε στο νησί του. Άνοιξε ένα ιατρείο, πήρε με δάνειο τα πρώτα του όργανα, τα τοποθετούσε με ευλάβεια στη βάση τους μετά από κάθε εξέταση και άφηνε την εξώπορτα του ιατρείου ανοιχτή, κρυφοκοιτάζοντας αραιά και πού τις σκάλες μήπως ανεβαίνει κανένας ασθενής βαρυγκομώντας. Εκείνη διακόσμησε τους τοίχους του ιατρείου με πίνακες σαπιοκάραβων και φουρτούνων, τις γωνίες με πεθαμένα άνθη σε καλάθια και την ψυχή της με απόρριψη και πίκρα.

Κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο έπαιρνε το αεροπλάνο και προσγειωνόταν στο προάστιο. Under control. Μεγάλωναν και δεν τους έλειπε τίποτα. Εκτός από τον μπαμπά τους. Κατά τα άλλα, όμως, η ανατροφή τους ήταν σε πολύ καλό δρόμο. Όλο και κάποια θέση θα άνοιγε στο νοσοκομείο του νησιού, θα μετακόμιζαν όλοι μαζί σε ένα σπίτι στην χώρα και θα συνέχιζαν από εκεί που είχαν μείνει. Τα παιδιά θα μεγάλωναν ακόμη. Η μικρή θα κατέληγε καλλιτέχνης. Φως φανάρι. Τρελαινόταν να μαθαίνει τραγούδια του '60, είχε ξετρυπώσει μόνη της κάτι θαμμένα ρεμπέτικα σε παλιές κασετίνες, λάτρευε το μπαλέτο και τα βράδια -Χριστό να την έκανες, δεν τα κατάφερνες- προτιμούσε να βλέπει μαζί του ταινίες αντί να κοιμάται. Ιδιαίτερη αδυναμία στον Μπέργκμαν. Δηλαδή, φως φανάρι. Μπορεί να γινόταν ηθοποιός. Ή χορεύτρια. Ή σκηνοθέτης. Ή συγγραφέας. Ο μεγάλος θα γινόταν σίγουρα επιστήμονας. Μάθαινε τα φάλτσα στα σουτ με επιστημονική πρόοδο, τρελαινόταν να παίζει με χάρακες και μοιρογνωμόνια και τα απογεύματα διάβαζε κρυμμένος σε μία γωνία του δωματίου λήμματα της εγκυκλοπαίδειας. Σε ένα χρόνο τελείωσε δύο εγκυκλοπαίδειες. Ο μικρός ακόμη πάλευε με ακατανόητους φθόγγους και σάλια. Ας γινόταν κι αυτός ό,τι ήθελε. Σημασία είχε να του δείχνει ότι τον αγαπά. Διάολε, έπρεπε, αλλιώς δεν θα συνδύαζε τη φάτσα του με τη λέξη “μπαμπά”. Τον σούφρωνε από την κούνια και του ψιθύριζε συνωμοτικά στο αυτί: “μπα-μπα”. Κάθε φορά ήταν σίγουρος πως διέκρινε έξτρα σάλιο στην άκρη των χειλιών του. Χαμογελούσε ευτυχισμένος. Under control όλα.

Του άρεσε να μαζεύει πεταλίδες, να κατσιδιάζει χαρτοπετσέτες στις τσέπες του και να χαζεύει παλιές φωτογραφίες. Πενηνταδύο χρονών. Πατέρας. Ζωντοχήρος. Χάλια λέξη η τελευταία. Δεν ήθελε ούτε να την σκέφτεται. Διαζευγμένος. Όπως και να το πεις, χάλια είναι. Καρδιολόγος. Του άρεσε να χαζεύει καρδιογραφήματα, να τα μαζεύει σε μασούρια και μετά να τα καταχωνιάζει σε συρτάρια. Τεθλασμένες γραμμές, πληγωμένες καρδιές, στενώσεις στεφανιαίων και εγκεφάλων. Είχε βαρεθεί να το λέει. Το τσιγάρο κάνει κακό στην υγεία. Το ίδιο και τα λίπη. Δεν ήταν αρκετό. Χρειαζόταν κάτι άλλο για να το καταλάβουν. Ένα έμφραγμα. Ή, ίσως, το να γίνονταν ξανά εικοσιπέντε χρονών και να ερωτεύονταν. Στα εικοσιπέντε είναι ωραίο. Κάνει τα καρδιογραφήματα λίγο πιο περιπετειώδη και τις ταχυκαρδίες πιο ερωτικές. Ταχυκαρδία μετά το σεξ... Υγιεινά πράγματα. Του άρεσαν τα υγιεινά. Έτρωγε ελαφρά, απέφευγε το πολύ λάδι και αλάτι, ξεσκόνιζε λεπτομερώς τον μοναδικό κουραμπιέ που έτρωγε κάθε Χριστούγεννα, περπατούσε τουλάχιστον μισή ώρα την ημέρα με βήμα ταχύ και συνόδευε τα γεύματά του με ένα ποτήρι κρασί βιολογικής παραγωγής. Πλέον είχε και χρόνο. Τα δεκατετράωρα δουλειάς είχαν από καιρό ελαττωθεί σημαντικά. Τα απογεύματα της Τετάρτης έβγαινε για να βγάλει φωτογραφίες και να πάει στα χωράφια του. Κάθε Τρίτη βράδυ σινεμά. Παρασκευές με τους λίγους φίλους που είχε αποκτήσει. Αδελφικοί φίλοι, όμως. Τις Δευτέρες τα μεσημέρια, ανάμεσα σε τεστ κοπώσεως και συνταγογραφήσεις του Δημοσίου, έκανε αγγλικά. Με την κυρία Betty. Αγγλίδα εκ Λονδίνου. Βέρα Αγγλίδα, δηλαδή. Την Κυριακή το απόγευμα έκανε το homework.

Στα σκούρα έπαιρνε την κόρη του. “Δεν καταλαβαίνω... Λέει εδωπέρα: when I was young I ...... a lot. Το ρήμα που είναι στην παρένθεση θα το βάλω σε Past Simple ή σε Past Continuous;” Του έλεγε ότι από την προφορά του δεν είχε καταλάβει γρι τι την ρωτούσε και λύνονταν στα γέλια. Μετά του εξηγούσε τις διαφορές. Τα ίδια και με τον Present Perfect Continuous και τον Past Perfect Continuous. Ασύλληπτοι χρόνοι. Εξωπραγματικοί. “Μα, επιτέλους βρε μπαμπά, υπάρχει κάποιος χρόνος που σου αρέσει στα αγγλικά;” “Οτιδήποτε σε Present.” Ή μάλλον όχι. Μόνο ο Present Simple. O Present Simple είναι φανταστικός. Για την ακρίβεια, για αυτόν είναι ο καλύτερος χρόνος που υπάρχει σε όλες τις γλώσσες.

Είναι Κυριακή απόγευμα. Homework: Describe what you did yesterday. Γράφει με στυλό:

“I am 52 years old and I live alone. I have three children, one daughter and two sons. My daughter is a film director and in love. Her heart beats fast everytime I examine it. Both my sons are students at the university. I like to take pictures, cook, read, work, visit my children once every month, drink espresso with my friends, make my own wine, listen to music (especially rembetika), watch the rain, learn new recipes, save lives, learn English and watch movies. I don't like to make plans, I don't like the word “divorced”, I don't like to live in the past and I don't like people that only like money. But I am O.K. Everything is under control. Because life is a Present. Simple.”


Σ' αυτούς που κι αν κάνουν λάθη μαθαίνουν να ζουν με αυτά. Σ' αυτούς που αγαπάνε τους άλλους και για τα λάθη τους.