Friday 27 April 2007

Όταν ο Σούπερμαν συνάντησε τη Βαρύτητα

Κλαίω γοερά, μέσα μου, από παιδί. Δεν εξωτερικεύεται, σχεδόν ποτέ, γιατί είναι δικό μου. Το κλάμα μου είναι το μόνο που μου ανήκει στη ζωή αυτή και δεν το μοιράζομαι με κανέναν. Έτσι με προστάζει η εγωιστική μου φύση και ένα περίεργο ένστικτο συντήρησης των άλλων που θα πνίγονταν σε αυτό.

Το ξέρω.
Με θάνατο τρομερό θ' ανταμειφθώ
Μα όταν θά'ρθει η ώρα εκείνη
Θέλω μαζί μου να πάρω
Ένα φανάρι
Μην χάσει ο βαρκάρης το δρόμο
Και από λάθος
Βρεθώ πάλι εδώ.

Είναι δίπλα μου, ο Ε. μου, μιλώντας για τον έρωτα που μπήκε σε ένα καρβουνοκαπνισμένο τρένο κι έφυγε. Με μια παντόφλα και ξεβράκωτος το μαντήλι του κούνησε στον εαυτό που πέθανε εκείνη τη μέρα. Η αντανάκλαση της αγάπης του πάνω της τού γυρίζει λογαριασμό τη ζωή του. Μια ματιά της κι ένα ψίχουλο θα τον κάνουν να αντέξει λίγο ακόμα. Μετά... Μετά η δίνη, να στροβιλίζεται να καβαλάει τεράστιες μπάλλες, γεμάτες παράνοια κι επιστροφές, να τους δίνει μια στα καπούλια και να τραβάει για τον γκρεμό.

Και τώρα φίλε μου,
Αδερφέ μου,
Αγαπημένε μου,
Θα πρέπει απ' την αρχή να μάθουμε
Να ζούμε.

Από παιδί ένιωθα μόνη. Το είχα πάρει απόφαση πως ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι μόνος. Χωρίζεται απλά σε τρεις κατηγορίες. Σε αυτούς που δεν το ξέρουν, σε αυτούς που το ξέρουν αλλά ξεγελούν τον εαυτό τους για να ξεχάσουν και σε αυτούς που το ξέρουν και πρέπει να πορευτούν με αυτό. Έκανα λάθος. Υπάρχουν κι αυτοί που δεν μπορούν να υπάρξουν μόνοι. Αυτοί που χρειάζονται τον έρωτα -τον έρωτα της ζωής τους- για να πουν πως έζησαν.

Και στο 'χα πει.
Ο Σούπερμαν ποτέ δεν πέταξε για εμάς
Κι εγώ που πάντα φώναζα
Πως η Ωραία Κοιμωμένη προσποιούταν
Μαζί σου περιμένω
Να ζήσουμε εμείς καλά
Κι οι άλλοι καλύτερα.

Wednesday 25 April 2007

Επιστρέφω

"Κλειστόν λόγω Μελαγχολίας..."

Monday 23 April 2007

Ο Πόντιος Πιλάτος, τα Παρίσια και η δημοκρατία

(Δεν έχω τίποτα να πω. Δεν έχω τίποτα να προσθέσω στις τόσες γραμμές που έχουν γραφτεί για την περίοδο της δικτατορίας. Δεν ζούσα τότε. Εξ ακοής ξέρω κάποια πράγματα. Από διαβάσματα δικά μου κάποια ακόμα. Άρα δεν θα γράψω για αυτήν τη χούντα.
Θα γράψω, όμως, για μια άλλη χούντα. Μια χούντα που δεν έχει μία μόνο θλιβερή επέτειο, ούτε περνά από δίκη. Θα γράψω για τον φασισμό όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι στο σήμερα, στο εδώ. Έτσι το ζω. Έτσι το παρατηρώ. Να το ξορκίσω δεν ξέρω. Να το παλέψω προσπαθώ.)


Αυτήν την φράση την έχω ξεκινήσει και την έχω σβήσει πέντε φορές μέχρι τώρα -ένδειξη εκνευρισμού. Και τώρα που έγραψα αυτό μπορώ να συνεχίσω χωρίς να με νοιάζει πώς πρέπει να ξεκινήσω την παράγραφό μου. Είναι φασισμός για την ψυχή μου να είμαι παρά τη θέλησή μου σε βαφτίσια, να ακούω υπομονετικά τον παπά να διαβάζει όλα τα προσευχητάρια και ό,τι άλλο μπορεί να διαβαστεί στην περίσταση, να ακούω υποδείξεις προς τη νονά ότι δεν διάβασε δυνατά το "Πιστεύω" και μετά λογύδριο περί του ανιστόρητου Έλληνα που δεν γνωρίζει απέξω το "Πιστεύω". Που τολμά να αμφισβητήσει την ελληνικότητα του κειμένου αυτού. Που δεν πιστεύει ακράδαντα, διατεθειμένος να χύσει και το αίμα του για αυτό, πως ορθόδοξη εκκλησία-ελληνισμός-δημοκρατία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα.

Ξέρω, παπά μου, ο Απόστολος Πέτρος γεννήθηκε στα σημερινά Καμίνια και ψάρευε πέρκες μέχρι που ο Ιησούς -που γεννήθηκε στον Κολωνό, φτωχογειτονιά από τότε- κατηφόρισε στα μέρη του και τον πήρε μαζί του. Ξέρω, παπά μου, η κεφαλή της ορθόδοξης εκκλησίας πώς στήριξε την επανάσταση στα πρώτα της βήματα. Αλλά, επειδή υποθέτω πως όχι τυχαία έβγαλες τέτοιο φλογισμένο λόγο μία μέρα μετά την επέτειο της ανόδου των συνταγματαρχών (με μικρό το "σ", όσο πιο μικρό γίνεται, να εξηγούμαστε), ξέρω παπά μου το μίσος που τρέφατε οι περισσότεροι ιεράρχιδες(sic) για τα φασιστόμουτρα. Ξέρω, παπά μου. Με το ζόρι σας τραβούσαν σε πανάκριβα δείπνα. Με το ζόρι σας αποσπούσαν πληροφορίες για αγωνιστές. Με το ζόρι ο χριστόδουλος (με μικρό το "χ", να εξηγούμαστε) σπούδαζε στα Παρίσια τότε. Ξέρω, παπά μου, από σεμνότητα δεν λέει ότι με τη Μελίνα και το Μάνο πάλευαν τότε στο εξωτερικό για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, έτσι δεν είναι;

Είναι φασισμός να κουνάς το σκήπτρο σου μέσα στο ανάκτορό σου και να απαιτείς από τους υπηκόους να συμφωνούν κουνώντας το κεφάλι τους συγκαταβατικά. Είναι φασισμός να στηρίζεσαι στην παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα για να σχηματίζεις "ορδιές πιστών" που όμοια με ξύλινα ανεγκέφαλα στρατιωτάκια θα σε ακολουθούν σε κάθε εκστρατεία. Είναι φασισμός με παντιέρα εικόνες (σύμβολα ουσιαστικής πίστης για κάποιους)να καταλαμβάνεις "ελέω Θεού" θέση από την οποία μιλάς για τα πάντα και επηρεάζεις κατά το συμφέρον σου.

Μεγάλωσα ακούγοντας μεγαλύτερους να μου λένε να σωπάσω. Γιατί εγώ δεν έζησα την Χούντα. Εγώ μεγάλωσα με όλες τις ανέσεις σε μια δημοκρατία. Για πόσο ηλίθιους μας έχετε; Εγκλωβισμένοι πάντα στην ηρωποιημένη εικόνα σας. Παλέψατε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και μετά αυτοχριστήκατε Πόντιοι Πιλάτοι της σύγχρονης εποχής. Πόντιοι Πιλάτοι εδραιωτές και στρατιωτάκια ενός καπιταλισμού που επί ημερών σας έθεσε και θέτει θεμέλια. Διαιωνιστές σαθρών αντιλήψεων, επιφανειακών. "Δημοκρατία είναι η ψήφος κάθε τέσσερα χρόνια." Δεν είναι δημοκρατική η αγορά σας. Δεν είναι δημοκρατικά τα μέσα ενημέρωσής σας. Δεν είναι δημοκρατικό το σύστημα υγείας σας. Δεν είναι δημοκρατική η κοινωνική πρόνοιά σας. Δεν είναι δημοκρατική η δικαιοσύνη σας. Δεν είναι δημοκρατική η παιδεία σας. Δεν είναι δημοκρατικά τα όνειρά σας.

Νομίζετε ότι αυτά δεν τα καταλαβαίνουμε; Σας μυριστήκαμε. Σας μυριστήκαμε από την μπόχα που ξεχύνεται από τα γραφεία σας, από τα πολυτελή αυτοκίνητα και σπίτια σας, από το κορμί που περιφέρετε άσκοπα σε διασκεδάσεις. Σας μυριστήκαμε από τη σάπια τηλεόρασή σας, από τη βρώμα που ξεχύνεται από τα στόματά σας όταν μιλάτε για εμάς. Από τη γλοιώδη εξάρτησή σας από τους κουμπάρους και τους νταβατζήδες, από το αίμα αυτών που δείρατε στο δρόμο όταν φώναζαν για δημόσια δωρεάν παιδεία -δεν ήταν τα ΜΑΤ που έδερναν, ήσασταν όλοι εσείς που βρίζατε τους "αλήτες". Φασίστες είστε γιατί ποτέ δεν ήσασταν κάτι άλλο. Δεν παλέψατε όλοι για την δημοκρατία. Σας βόλεψε όταν ήρθε από τους αγώνες κάποιων. Αλλά και πριν μια χαρά την είχατε βολέψει -σας έφτιαχναν δρόμους, σας θάμπωναν με παρελάσεις και μια χαρά τη βγάζατε.

Δεν είναι θράσος το δικό μας. Που φωνάζουμε. Που δεν σκύβουμε το κεφάλι όταν περνάτε δίπλα μας. Που κατακρίνουμε το βόλεμά σας. Που αρνούμαστε να μυρίσουμε τη μπόχα σας για τριαντάφυλλο.

Θράσος είναι το δικό σας. Που μιλάτε για καταπάτηση του δημοκρατικού σας δικαιώματος να βρωμίσετε με το πολυτελές αυτοκίνητό σας για ακόμη μια μέρα την πόλη επειδή φωνάζουμε για δωρεάν παιδεία. Που μιλάτε για δημοκρατία όταν τα παίρνετε για να κράζετε από δημόσια βήματα σαν τα κοράκια όποιον σας υποδείξει ο νταβατζής σας. Που μιλάτε, ιεράρχιδές μου, για δημοκρατία όταν όντας ο πιο προσοδοφόρος οργανισμός ξοδεύετε τα χρήματα του λαού για θρησκευτικές κρουαζιέρες και λιτά δείπνα. Που "σπουδάζατε στα Παρίσια" πώς να χτίσετε την κοιλιά σας -και το δέρμα φράπα- και τώρα φασιστικά θέλετε να μας διδάξετε ιστορία.

Θράσος και φασισμός είναι να πιστεύετε ότι τίποτα δεν καταλαβαίνουμε, ότι για τίποτα δεν έχουμε δικαίωμα να μιλάμε κι ότι η δική μας η ψυχή εξαγοράζεται με οθόνες εκπομπής ηλιθίων. Θράσος είναι να πιστεύετε ότι σε μια κοινωνία που ό,τι το παίζεις είσαι -που εσείς φτιάξατε- εμείς θα το παίξουμε φτηνές πόρνες. Σας καταλάβαμε, ρε. Ξυπνήστε, βρωμίστε τα χέρια σας μαζί μας (τους Πόντιους Πιλάτους η ιστορία δεν τους δικαίωσε ποτέ) κι ελάτε να ονειρευτούμε παρέα. Η δημοκρατία θέλει όνειρο, όραμα και φαντασία. Αυτό δεν το μάθατε εκεί στα Παρίσια;